πολίτης

  1. cittadino

Prima declinazione maschile in α impura in της parossitona

Caso Singolare Duale Plurale
Nominativo ὁ πολίτης τὼ πολίτα οἱ πολῖται
Genitivo τοῦ πολίτου τοῖν πολίταιν τῶν πολιτῶν
Dativo τῷ πολίτῃ τοῖν πολίταιν τοῖς πολίταις
Accusativo τὸν πολίτην τὼ πολίτα τοὺς πολίτας
Vocativo ὦ πολῖτα ὦ πολίτα ὦ πολῖται