βλῶσις

Terza declinazione femminile in vocale (-ις) perispomena

Caso Singolare Duale Plurale
Nominativo ἡ βλῶσις τὰ βλώσεε (o βλώσει) αἱ βλώσεις
Genitivo τῆς βλώσεως ταῖν βλώσεοιν τῶν βλώσεων
Dativo τῇ βλώσει ταῖν βλώσεοιν ταῖς βλώσεσι(ν)
Accusativo τὴν βλῶσιν τὰ βλώσεε τὰς βλώσεις
Vocativo ὦ βλῶσι ὦ βλώσεε ὦ βλώσεις
  1. arrivo

blṑsis