ναέτης

Prima declinazione maschile in α impura in της parossitona

Caso Singolare Duale Plurale
Nominativo ὁ ναέτης τὼ ναέτα οἱ ναέται
Genitivo τοῦ ναέτου τοῖν ναέταιν τῶν ναετῶν
Dativo τῷ ναέτῃ τοῖν ναέταιν τοῖς ναέταις
Accusativo τὸν ναέτην τὼ ναέτα τοὺς ναέτας
Vocativo ὦ ναέτα ὦ ναέτα ὦ ναέται
  1. abitante
naètēs